Σημαντικά κενά στον κανονισμό του Κολλεγίου Αθηνών περί παρενοχλήσεων – Συστάσεις από τον Συνήγορο του Πολίτη

Πολλά κενά διαπιστώνει γνωμοδότηση του Συνηγόρου του Πολίτη για τον κανονισμό του έτους 2021 -2022 του Κολλεγίου Αθηνών σχετικά με την πρόληψη περιστατικών παρενόχλησης.

Το κείμενο, που φέρει την ονομασία, «Κανονισμός πρόληψης και αντιμετώπισης περιστατικών παρενόχλησης και σεξουαλικής παρενόχλησης», δόθηκε στους γονείς και ο Συνήγορος ενεπλάκη μετά από σχετική καταγγελία πολίτη, όπως αναφέρει το news24/7, το οποίο δημοσιεύει τις προβλέψεις και τις διορθώσεις που ζητήθηκαν.

Στη γνωμοδότηση, η οποία έχει αριθμό πρωτοκόλλου 306883/8058/2022 και την υπογραφή της Βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού, Θεώνης Κουφονικολάκου, επισημαίνονται όλες οι πλημμέλειες του κανονισμού.

Αρχικώς, η συντάκτρια της γνωμοδότησης παρατηρεί πως ο τρόπος διατύπωσης διάφορων χωρίων αφήνει περιθώρια υποψιών για «διάθεση συγκάλυψης και μη συμμόρφωσης σε υποχρεώσεις που απορρέουν από την ισχύουσα νομοθεσία».

Χαρακτηριστικά αναφέρεται η ενότητα VIΙ στην οποία αναφέρεται πως «πρόκειται για διαδικασία κατάλληλη κυρίως όταν ο καταγγέλλων παρενόχληση ή σεξουαλική παρενόχληση και ο καταγγελλόμενος έχουν συνεχή ή συχνή επαφή και για το λόγο αυτό ο καταγγέλλων επιθυμεί να αντιμετωπίσει την παρενόχληση ή σεξουαλική παρενόχληση ανεπίσημα για να αποκατασταθεί μία θετική, αρμονική σχέση μεταξύ τους». Η Συνήγορος κρίνεται πως πρέπει να αλλάξει η διατύπωση περί ανεπίσημης αντιμετώπισης, επισημαίνοντας τον κίνδυνο που ενέχει να ερμηνευθεί ως διάθεση συγκάλυψης.

Άλλο ένα σημείο στο οποία στέκεται η κα Κουφονικολάκου είναι η ανάγκη ο/η καταγγέλλων/καταγγέλλουσα να δίνει και γραπτή κατάθεση, εκτός από την προφορική, κάτι που δεν προβλέπεται από τα διεθνώς ισχύοντα.

«Στο βήμα με αριθμό 4 αναφέρεται ότι το θύμα καλείται να αναφερθεί προφορικά και στη συνέχεια γραπτά στα περιστατικά που συνιστούν παρενόχληση. Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι το παιδί έχει εκμυστηρευτεί όσα συνέβησαν σ’ ένα άτομο που εμπιστεύτηκε, οπότε έχει υποβληθεί ήδη μία φορά στην πιεστική συνθήκη της αποκάλυψης πραγμάτων που κατά κανόνα το φέρνουν σε δύσκολη θέση και του δημιουργούν συναισθηματική φόρτιση» γράφει η Συνήγορος και συμπληρώνει πως «ζητείται να εκθέσει εκ νέου όσα έχει περιγράψει χωρίς να έχει γίνει αξιολόγηση από το κατάλληλο προς τούτο όργανο του σχολείου, του εάν η φύση και η βαρύτητα των καταγγελλόμενων επιβάλλουν την άμεση ενημέρωση και ενεργοποίηση εξωτερικών φορέων, ώστε να μην υποβληθεί το παιδί στην επανάληψη και μάλιστα, στη συνέχεια, στο επαχθέστερο βήμα της γραπτής αποτύπωσης όσων υποστηρίζει».

Η ίδια προειδοποιεί και για κίνδυνο «δευτερογενούς θυματοποίησης» του καταγγέλλοντα, όταν έχει την υποχρέωση να καταθέσει και γραπτώς. «Η σχετική πρόβλεψη περί γραπτής κατάθεσης είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει αποτρεπτικά για το παιδί ιδίως σε σοβαρές περιπτώσεις παρενόχλησης» συμπληρώνεται από τη Συνήγορο.

Παράλληλα, εκφράζεται η απορία για τους λόγους που στον κανονισμό του Κολλεγίου προβλέπεται γραπτή κατάθεση για το θύμα, ενώ οι μάρτυρες του φερόμενου ως θύτη έχουν τη δυνατότητα να εξετασθούν και να καταθέσουν προφορικά, αν το επιθυμούν.

Το επόμενο σημείο που στέκεται είναι η πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία «οι ψευδώς καταγγέλλοντες οποιονδήποτε θα έχουν τις ανάλογες συνέπειες, τόσο για την ψευδή καταγγελία τους όσο και για την αναστάτωση που προκάλεσαν».

«Είναι πιθανό, ιδίως σε συνάρτηση -με την ιδιαίτερα τυπική “αποδεικτική” διαδικασία που περιγράφεται και την καταγραφή- να λειτουργήσει ως απειλή, αποθαρρυντικά για μαθητή/τρια που έχει δεχθεί παρενόχληση. Ο τελευταίος/α, λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρενόχληση, ιδίως η σεξουαλική, συχνότατα διαπράττεται χωρίς μάρτυρες, είναι εύλογο να ανησυχεί ότι δεν θα είναι σε θέση να αποδείξει την αλήθεια των ισχυρισμών του/της ενώ θα είναι εκτεθειμένος/η και στον κίνδυνο τιμωρίας στο σχολείο αλλά και ενδεχόμενης αναζήτησης ποινικών ευθυνών ή αντεκδίκησης από το καταγγελθέν πρόσωπο (πολύ περισσότερο λόγω του γραπτού χαρακτήρα της κατάθεσης)» αναφέρει η κα Κουφονικολάκου.

Η δικηγόρος Ιωάννα Στεντούμη, στη δική της γνωμοδότηση για τον κανονισμό, σχολιάζει πως «απουσιάζει το θηλυκό γένος σε όλον τον κανονισμό, γεγονός που αποκτά μία σημειολογία σε ένα σχολικό κανονισμό που επιδιώκει να καταργήσει τη διάκριση λόγω φύλου και την έμφυλη κακοποίηση».

«Καθίσταται σαφές ότι ο συγκεκριμένος κανονισμός πρέπει να αποσυρθεί και να καταρτισθεί νέος, με σεβασμό στα δικαιώματα του παιδιού και με τη τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπονται για τα παιδιά-θύματα χωρίς φρασεολογία στιγματιστική και ενοχοποιητική για το παιδί» καταλήγει στο συμπέρασμά της η δικηγόρος.

Σε ερώτηση του μέσου ενημέρωσης και του Νίκου Γιαννόπουλου για το εάν έχει αναθεωρηθεί ο κανονισμός, το Κολλέγιο και ειδικότερα ο νομικός του σύμβουλος, Αλέξιος Παπασταύρου, απάντησε: «Σε απάντηση του παρακάτω μηνύματός σας, για το οποίο σας ευχαριστεί, το Κολλέγιο Αθηνών σάς διαβεβαιώνει ότι, παγίως και χωρίς εξαίρεση, λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη του όλες τις επισημάνσεις των αρμόδιων Αρχών και συμμορφώνεται προς όλες τις υποδείξεις τους, αμέσως μόλις αυτές περιέλθουν σε γνώση του».

About the Author

Σχετικά άρθρα